Ἀνδρηίδα

Ἀνδρηίδα
Ἀνδρηίς
fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Άλμος — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Σίσυφου και αδελφός του Γλαύκου, του Ορνυτίωνα και του Θέρσανδρου. Βασίλεψε στην Ανδρηίδα, μέρος της Βοιωτίας που του παραχώρησε o βασιλιάς του Ορχομενού Ετεοκλής. Διάδοχός του ήταν ο Φλεγύας, γιος της θυγατέρας του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”